Βερτόφ, Τζίγκα

Βερτόφ, Τζίγκα
(Dziga Vertov, Μπιαλιστόκ, Πολωνία 1896 – Μόσχα 1954). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του πολωνοεβραϊκής καταγωγής Ρώσου σκηνοθέτη, μοντέρ και θεωρητικού του κινηματογράφου Ντένις Αρκαντίεβιτς Κάουφμαν (Dennis Arkadievitch Kaufman, της γνωστής οικογένειας βιβλιοπωλών). Θεωρείται από τους κορυφαίους της σοβιετικής πρωτοπορίας στον κινηματογράφο. Τα νεότερα αδέλφια του, Μίκαελ και Μπόρις, ασχολήθηκαν επίσης με τον κινηματογράφο, ως σκηνοθέτης και εικονολήπτης, αντίστοιχα. Ο ίδιος σπούδασε μουσική και νευρολογία, πειραματιζόμενος στο εργαστήριό του με τις τεχνικές του μοντάζ που ο ίδιος επινοούσε. Το 1922 συγκρότησε μια ομάδα από κινηματογραφιστές, την Κινογκλάτς. Ασχολήθηκαν με το ντοκιμαντέρ και ονομάστηκαν Κινόκι (κινηματογραφικό μάτι). Σε αντίθεση με τις ταινίες πλοκής, οι Κινόκι ήταν οπαδοί μιας στενής επαφής με την πραγματικότητα, που την καταλαμβάνει εξ απροόπτου ο φακός. Συγκεκριμένα, ο Β. κινηματογραφούσε πρόσωπα καθημερινών ανθρώπων εν αγνοία τους, τα οποία κατόπιν επεξεργαζόταν στο μοντάζ. Από τους πειραματιστές της έβδομης τέχνης, ο Β. είχε την πιο μεγάλη του στιγμή με το φιλμ Ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή. Άλλες ταινίες του: Η ζωή στο απρόοπτο, Τρία τραγούδια για τον Λένιν, Σοβιέτ προχωρείτε κ.ά. Επίσης, εξέδωσε τη μηνιαία κινηματογραφική εφημερίδα Κινηματογραφική αλήθεια (1923-25), της οποίας κυκλοφόρησαν συνολικά 23 τεύχη. Διαφήμιση για μία ταινία της ομάδας «Κινογκλάτς» του Ρώσου σκηνοθέτη Τζίγκα Βερτόφ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κινογκλάτς — (ρωσ. kino glatz). Ομάδα Ρώσων κινηματογραφιστών την οποία ίδρυσε ο Τζίγκα Βέρτοφ το 1922. Πήρε την ονομασία της από τις ρωσικές λέξεις που σημαίνουν κινηματογράφος μάτι, καθώς υποστήριζε ότι το φιλμ πρέπει να έχει μια στενή επαφή με την… …   Dictionary of Greek

  • ντοκιμαντέρ — Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την κινηματογραφική κριτική ως επίθετο. Τον δημιούργησε ο Τζον Γκρίρσον, ο οποίος, το 1926, στην κριτική του για την ταινία Μοάνα του Ρόμπερτ Φλάερτι, που δημοσίευσε στην εφημερίδα Sun της Νέας Υόρκης,… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • επίκαιρα, κινηματογραφικά — Ταινίες μικρού μήκους που γυρίζονταν στο παρελθόν για να παρουσιάζουν περιοδικά ένα ή περισσότερα τρέχοντα γεγονότα και χρονικά (πολιτικά, αθλητικά, επιστημονικά, θρησκευτικά, κοσμικά κλπ.). Οι προβολές ταινιών επικαιρότητας άρχισαν ουσιαστικά με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”